Κυριακή 23 Ιανουαρίου 2011

PostHeaderIcon Η προστασία του ζαντολάστιχου



Με την έναρξη του 2011, πριν ακόμα συνέλθουμε από το σοκ της αλλαγής του έτους, έφτασε στα γραφεία του συλλόγου μας, η ακόλουθη επιστολή:

«Αγαπητέ Σύλλογε
»Τι κι αν είσαστε γαμπροί ή νύφες στο νησί, ή μακριά απ’ το νησί, εμένα η γυναίκα μου έχει πατώσει με σας και ψάχνω να σας βρω να σας τη δώσω, αλλά για άλλο σας θέλω τώρα.
»Όλα τα παράξενα συμβαίνουν στη Λευκάδα και τα καλύτερα από αυτά συμβαίνουν σε μένα.
»Εδώ και μερικές βδομάδες κάποιος σκύλος της περιοχής, πρωί βράδυ κατουράει την πίσω αριστερή ρόδα του τογιότα. Επειδή συχνά του φοράω κουκούλα, κατουράει και την κουκούλα. Ο σκύλος δεν είναι αδέσποτος, γιατί άμα ήταν θα τον πετύχαινα τόσα ξενύχτια που ’χω κάνει και παραφυλάω στο σκοτάδι.
»Μεταχειρίστηκα όλα τα μέσα. Έριξα ξύδι στην κουκούλα, σαπούνισα κι έτριψα με ξύδι το ζαντολάστιχο και γύρω-γύρω το φτερό. Ο σκύλος εκεί, κατούρησε πάνω από το ξύδι και το σαπούνι. Σταμάτησα να του φοράω κουκούλα, γιατί σιχαίνομαι να την κάνω μπάνιο συνέχεια, μου βρώμισε και η μπανιέρα. Ο σκύλος δεν μυρίζει πλέον το λάστιχο πριν το κατουρήσει. Τ’ αμολάει στα τυφλά, είναι εντελώς σίγουρος.
»Την ιστορία με το ξύδι δεν την ήξερα, που την είπε ο φίλος μου ο Σπυρέτος, αλλά αυτουνού του πέτυχε στην καφετιέρα, επειδή ρίχνει τα ξυδόνερα στα παρτέρια του, όταν την καθαρίζει. Το χρησιμοποιεί για να γυαλίζει και τα νίκελ, αλλά εμένα πάλι δεν με βοηθάει στο πρόβλημά μου, παρότι οι ζάντες μου αστράφτουν συνέχεια, αστράφτουν αλλά βρωμάνε.
»Ο κουμπάρος μου ο Πάνος, όταν ήτανε θυρωρός στην Θεσσαλονίκη, έριχνε κάτι κίτρινες σκόνες στις γλάστρες και τις ζαρντινιέρες που είχανε έξω από την πολυκατοικία, στο πεζοδρόμιο, αλλά εσφαλμένως νόμιζε ότι του κατούραγαν σκύλοι, πολύ αργότερα κατάλαβε ότι ήταν μουλαρία που ’βγαζε το άχτι της. Είπε κι εκείνος τόσο πολύ ούρος, μεγάλοι σκύλοι θα ’σαν! Τον ρώτησα, του λέω μήπως μπορείς να μου μάθεις κι εμένα να ρίχνω γύρω απ’ τ’ αυτοκίνητο, να γλυτώσω την οξείδωση απ’ τα κάτουρα των σκύλων; Όχι μου είπε, άστο, δεν κάνει για σένα.
»Εγώ άρχισα να απελπίζομαι. Από τη μια είμαι και ζωόφιλος και τα παιδιά μου λένε συνέχεια μπαμπά δεν σου φταίνε τα κακόμοιρα τα ζωντανά, αλλά επειδή τα κακόμοιρα τα ζωντανά δεν φταίνε καθόλου, τότες να ρίξω κίτρινες σκόνες και θειάφι στ' αυτοκίνητα των ηλίθιων ιδιοκτητών τους, για να μάθουν την επόμενη φορά να τ' αφήνουν να κάνουν την ανάγκη τους πάνω ή και μέσα στα δικά τους αυτοκίνητα!
»Έπειτα μου έδωσε ιδέα ο Τσουκνίδας ο τυροπιτάς. Μου λέει κοίτα, ο σκύλος έχει μύτη βιονική, πρόσεξε μήπως εκεί που παρκάρεις έχει κατουρήσει πρώτα άλλος σκύλος, οπότε όσο και να τρίβεις την κουκούλα αυτός το μύρισε, πάει κατούρησε! Θα ξεπαρκάρεις το αυτοκίνητο, θα σαπουνίσεις το κράσπεδο και λίγο το δρόμο, θα ρίξεις ξύδι και μετά θα ξαναπαρκάρεις και θα κάνεις τα υπόλοιπα. Έφαγα το Σαββατοκύριακο, αλλά αποτέλεσμα δεν είδα. Μάλιστα μια παραδίπλα γριά άρχισε να φωνάζει ότι βρωμάει η γύρω περιοχή και έσκουζε πως θα με περιχύσει με μπουγαδόνερο κι εμένα και το τογιότα.
»Αν ήξερα ποιος βάζει το σκύλο να μου κατουράει τ’ αμάξι να είσαι σίγουρος, αγαπητέ σύλλογε, πως θα του έριχνα κι εγώ διάφορα πάνω στο δικό του. Γιατί το ’πα ότι το σκυλί δεν είναι αδέσποτο! Αν ήταν αδέσποτο δε θα με προκαλούσε έτσι. Τα αδέσποτα σκυλιά έχουν κι ένα φόβο, δε σκέφτονται όπως ο ιδιοτελής άνθρωπος. Με ενοχλεί ο αφεντικός του που το βάζει το ζώο να τα κάνει εκεί, ή που του επιτρέπει να το κάνει μια φορά, ξέροντας πως θα εξακολουθήσει να το κάνει από ’κει και μετά, κάθε φορά που περνάει από το ίδιο σημείο. Και γι αυτό υποθέτω ότι πρόκειται για σκύλο κάποιου γείτονα, αφού περνά συστηματικά έξω από το σπίτι μου, τις ώρες προφανώς που βγάζει το σκυλί του έξω για βόλτα.
»Δεν θέλω την υπόθεση να την γυρίσω σε ζήτημα ζωοφιλίας, γιατί εγώ έχω πάθος με τα σκυλιά κι ας μην έχω. Ο στόχος μου δεν είναι να πειράξω κάποιο ζώο, μόνο να αποφύγω το κατούρημα πάνω στ' αμάξι μου! Ο αδερφός της γυναίκας μου μού είπε να το φολιάσω, αλλά δεν είναι δουλειές για μένα αυτές παρότι είμαι σε άσχημη κατάσταση ως προς το ψυχολογικό. Εγώ τα ’χω με τους ιδιοκτήτες, αλλά για να καταλάβεις έναν που ξέρω σε πληροφορώ ότι έχει τέτοια αφασία που αφήνει το σκυλί του να κατουράει και το δικό του αυτοκίνητο!
»Έχω ακούσει ότι τα αρσενικά σκυλιά δεν κατουράνε πάνω σε αμάξι. Αν είναι αλήθεια αυτό τότε η σκύλα είναι θηλυκιά. Κι έτσι θα ’ναι για να το λένε. Οι αρσενικοί το κάνουν μόνο σε γρασίδι, ή σε χώμα, ή σε λεπτό βοτσαλάκι λέει, γιατί οι κροκάλες τους ματώνουν τα νυχοπόδαρα. Επίσης κρατιούνται. Οι αρσενικοί κρατιούνται για ώρες άμα θέλουν και άμα τους μάθεις κατουράνε κάθε Παρασκευή. Των σιχαμένων μόνον οι σκύλοι δεν κρατιούνται.
»Ύστερα, το πρωί στο καφέ, με βρήκε ο Νώντας που άκουσε από τον Τσουκνίδα το βάσανό μου. Μου είπε ότι αν θέλω να τον ακούσω η λύση για το πρόβλημά μου είναι μία: το πιπέρι. Θα ρίξεις μου είπε σωρό πιπέρι σε κάθε λάστιχο, ούτως ή άλλως εγώ παρκάρω στο ίδιο μέρος συνέχεια και δε χρειάζεται να ρίχνω κάθε μέρα. Άκουσέ με μου λέει, ο σκύλος πάντα μυρίζει πριν κατουρήσει. Κι άμα μυρίσει πιπέρι φταρνίζεται κι έφυγε. Αυτός μου είπε το δοκίμασε πρώτα στα κυνηγόσκυλα που έχει κι ύστερα το έκανε και στην αυλή του για τις γάτες, αλλά τον πρόγκηξε η πεθερά του επειδής την έπιασε αλλεργία και τα παράτησε.
»Ε, το ’κανα κι αυτό! Πήγα στο μάρκετ του Βλάχου, του πήρα όλα τα σακούλια με τα πιπέρια, πασπάλισα τις ρόδες, το πεζοδρόμιο, το δρόμο, το παρμπρίζ για τις γάτες που πατάνε επάνω του, αλλά δεν ήμουν πολύ τυχερός γιατί έβρεξε. Κι άμα δεν έβρεχε θα φύσαγε, το ’χει αυτό η Λευκάδα. Το ’χω και ’γω στο ίρτζι μου!
»Ύστερα μ’ έπιασε μανία και δεν άκουγα κανέναν. Έπιασα κι έβαλα ότι είχα και δεν είχα. Ξύδια, λάδια, θειάφια, ναφθαλίνες, πιπέρια, αλάτια, σιτρονέλες, βαπόνες, όλα τα φαρμακεία και τα μπακάλικα της Λευκάδας μάθανε το πρόβλημά μου και με συνδράμανε. Τίποτα!
»Και τότε, γιατί πάντα έτσι γίνεται, σαν λύση απελπισίας, σκέφτηκα να φοράω κάθε μέρα στα λάστιχα τα κατουρημένα χαρτόνια κι άμα σκιστούνε ή λιώσουνε να πηγαίνω στο Βλάχο και να παίρνω καινούργιες χαρτόκουτες Νονού, που δεν τις θέλει και τις πετάει με τους τόνους κάθε μέρα.
»Αγαπητέ σύλλογε, αυτά είχα να σου πω και τίποτ’ άλλο δεν θέλω, τώρα που ξέσκασα! Ευχαριστώ πολύ που μ’ άκουσες!»


Ετικέτες

Αναγνώστες

Στατιστικά