Σάββατο 13 Ιουνίου 2009

PostHeaderIcon Οι γενναίοι του μπακαλορεά!


   Για μια ακόμα φορά το σχέδιο του Θεού εφαρμόζεται αμείλικτα. Απ’ όλα τα μέρη του κόσμου φτάνουν ευχάριστα μηνύματα. Οι Λευκαδίτες της Διασποράς μας στέλνουν τα χαιρετίσματά τους. Όμως, ας μην ξεχνάμε, ότι ο χαιρετισμός είναι μια απόγνωση στην ηρεμία μας, σύμφωνα με τον Κ. de B. Ποιο είναι το χαρακτηριστικό γνώρισμα του Λευκαδίτη της Διασποράς; Η Νοοτροπία του (η οποία παρεμπιπτόντως αποτελεί καλή βάση για προκατάληψη)! «Οι Λευκαδίτες της Διασποράς, μουστάκια», μου έλεγε τις προάλλες ο Γ.Κ., «δεν είναι παρά ο ασπασμός της υφηλίου προς την χώρα μας, γιατί η ποίηση δεν ανήκει σε αυτούς που την γράφουν, αλλά σε αυτούς που την χρειάζονται!»


Γουέλκαμ, μαδερφάκερς!  (καλωσόρ’σατε αδερφάκες μας)
 

   Αθήνα, 23.3.2009, του ανταποκριτού μας Smoke Boygeorge, ειδικού επιστημονικού συνεργάτη του Ιντερνάτιοναλ Μπακαλορεά, καθηγητού γεροαλβιωνικής γλώσσας εις το Διδασκαλείον Γκολντμάουθ οφ Σμύρνα, και συνάμα διευθυντού του Αλκαζάρ Χάουζ οφ Στάντις.
   Όπως κάθε χρόνο, έτσι και φέτος το καλοκαίρι το νησί (αν είναι νησί) αναμένεται να κατακλυστεί από τουρίστες. Αυτοί οι παρείσακτοι, εικάζεται από μερίδα του ντόπιου πληθυσμού, ότι είναι απαραίτητοι για την τοπική οικονομία, συνεπώς οφείλουμε να τους ανεχτούμε, ειδικά φέτος με την κρίση που μαστίζει τον κλάδο της εστίασης (αλλά και της ένδυσης και της υπόδησης γενικώς). Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι θα μας κάτσουν και στο σβέρκο. Πρέπει, λοιπόν, να τους καταστεί σαφές ότι θέλουμε τα λεφτά τους, όχι τους ίδιους. Αυτό, εντούτοις, μπορεί να γίνει με κάποιο στυλ, ώστε να παγιωθεί πέραν πάσης αμφιβολίας η θέση τους και η θέση μας.
   Προκειμένου για τους αλλοδαπούς τουρίστες (πλην Ιταλών, με τους οποίους όσο να ’ναι μας ενώνουν μακραίωνοι δεσμοί –χώρια που δεν μιλάνε αγγλικά), καλό είναι να φρεσκάρουμε λιγάκι τις γνώσεις μας στα «γαλλικά» της αγγλικής για να τους κάνουμε να αισθανθούν σαν στο σπίτι μας. Ας μην ξεχνάμε δε ότι τα μπινελίκια είναι μέρος της πολιτιστικής μας παράδοσης. Επειδή όμως οι κουτόφραγκοι δεν νογάνε μπιτ από λευκαδίτικα μπινελίκια, αναγκαστικά θα πρέπει να τους αποπαίρνουμε αγγλιστί.
   Στο παρόν σημείωμα, λόγω χώρου, θα ασχοληθούμε μόνο με έναν τομέα βωμολοχίας, τον κοπρολογικό.
   Προς τούτο, ακολουθεί ένα βασικό λεξιλόγιο και φρασεολόγιο, που θα καταστήσει ικανό τον καθένα, ανεξαρτήτως γλωσσικών ικανοτήτων, να επικοινωνήσει επί κάποιου επιπέδου (και επί ξένου οικοπέδου) με τους αλλόφωνους εισβολείς. Έτσι:

   Σε κάποιον που θέλουμε να προσβάλουμε με απειλητική διάθεση, λέμε: Ιτ σιτ εντ ντάι!, δηλαδή «περίδρομος και κάτσ’ καλά, μωρέ κολοκ'θοβούλωμα».

   Αν το πράγμα χοντρύνει, τον προειδοποιούμε: Άιλ κικ δε σιτ άουτ οφ γιου!, δηλαδή «η αρτσίκλα μ’ βλέπω πάλε έχει θ’μό και θα σ’ κουτράω ίσαμ’ να κατελωθείς».

   Όταν θέλουμε να τονίσουμε ότι μια κατάσταση έχει ξεφύγει από τον έλεγχο και τώρα θα ανοίξει ο ασκός του Αιόλου, λέμε: Δε σιτ χιτ δε φαν, δηλαδή «έγκαμες τα κ’λουράκια θρύψαλα».

   Στην περίπτωση που ο ξένος παρεκτραπεί και θέλουμε να του υποδείξουμε εκτός από την ενόχλησή μας και την πραγματική του θέση στην περίσταση, του λέμε: Γιουρ ιν ντιπ σιτ! δηλαδή «μαρέ σκεύωμα που θες να μας καν’ς τον κότσο ντε φάτσο!»

   Στην περίπτωση που ο ξένος λέει (ή νομίζουμε ότι λέει) παπαρίες, του λέμε: Μπούλσιτ!, δηλαδή «για τ’ράτε το σκατόφκιασμα μωρέεεε».

   Αν συνεχίσει να λέει παπαρίες, προσθέτουμε: Στοπ σίτιν μι! δηλαδή «θα σ’ βάλω και θα σ’ εύρουνε καθισμένον στο καθίκι».

   Όταν θέλουμε να πούμε στον ξένο την άποψή μας για το ποιόν του, λέμε: Γουάτ α σιτ γιου αρ! δηλαδή «κακό καβδόλιο είσ’ ελόγου σ’».

   Τους ξένους που μεθάνε με τον γνωστό βαρβαρικό τους τρόπο και παρεκτρέπονται εν ευθυμία, τους αποκαλούμε σιτ-φέισντ, ήτοι «κατελωμούρηδες».

   Σίτχεντ αποκαλούμε οποιονδήποτε μας έχει κάνει το παραμικρό. Εναλλακτικά, τον αποκαλούμε σιτ φορ μπρέιν, δηλαδή «κούτρα μούτελη».

   Όταν θέλουμε να νουθετήσουμε ένα ξένο που έχει τρόπον τινά παρεκτραπεί, του λέμε: Γκετ γιορ σιτ τουγκέδερ, ήτοι «α, να σε κουλ’μώσει μια λακ’νιά κουράδες, που τ’ς άφ’σες μπιτ αμολ’ταριά κι αλαργέψαν».

  Σίτι φουντ (προσφάι κατ’φρόνιο) λέγονται τα φαγητά που σερβίρονται στα εστιατόρια για τουρίστες.

   Σίτλες μπάσταρντ (ω ψ’χή μου, γήταυρος!) ή τσίκεν σιτ (μισότριβο αρνίθι για άντρα, κακατσίδα για γυναίκα) αποκαλούμε έναν τουρίστα όταν θέλουμε να του καταρρακώσουμε το ηθικό.

   Στον ξένο που τολμήσει να εκφράσει κάποιο παράπονο, απαντάμε: Γιου ντου τοκ α λοτ οφ σιτ! δηλαδή «πρώτα έκανε μπογόρδα κι ύστερις εβ’νιάστηκε!»

   Αν κάποιος μας ζητήσει κάτι ή θελήσει να μας επιστήσει την προσοχή σε κάτι, του λέμε: Άι ντοντ γκιβ α σιτ! ήτοι «βαραμέντε μη δεν πάρομε ποσσέσο
   Δείγμα διαλόγου για εμπέδωση: Τουρίστας σε κατάστημα με σουβενίρ. Ο διάλογος στα αγγλικά με πλάγια γραφή και σε παρένθεση ελεύθερη απόδοση στα λευκαδίτικα.

-Χελόου!  (Χάει, πώς πάν’ τα ζάβατα; Σ’ δώκομε και γνώρα!)
-Σίτ! Γουάτ ις ιτ νάου; (Έντονε πάλε! Τι χαλεύεις εδεπά;)
-Χάου ματς ις δις; (Το δίν’ς αλόκιο;)
-Ντοντ τατς ιτ, σίτχεντ! (Για δ’ εκειό δεν είν’ ακ’μπίστρα, σκατ’λιάρη!)
-Σόρι! (Σ’χώρα μας!)
-Σορι μάι ας! Ιφ γιου μπρέικ ιτ, γιουλ χαβ του μπάι ιτ. (Σ’χώρα μας τον κώλο! Κούντρατο κιαπέ ψώνισ’ το!)
-Ο κέι. Ινάφ ολρέντι! (Φτάν’, μαρή! Μπάστα!)

-Ντοντ γκετ σμαρτ ατ μι, άσχολ!  (Κάτσε καλά, μωρέ μπαίγνιο, κειό θα σ’ ρίξω τον κάνονα!)
-?! (ξύν’ την καραμπάτσα)
-Ντοντ λουκ ατ μι λάικ δατ, γιου λιτλ σιτ. Άιλ φακ γιορ σιτπάιπ σοου χαρντ δατ σιτ γουίλ καμ άουτ οφ γιορ μάουθ!  (Μη με τ’ράς έγε δ’ έτσι, μωρέεεε λιμοξίφτερο κορατζίνι, για θα σ’ τετοιώσω την κουραδοκάναλη, να βουζωθεί και ν' αποξ'λωθεί, να μη σ’ βγαίνουν οι ατσαλιές και να πάθεις γουλοφάη!)
-Άιμ άουτ οφ χίαρ!  (Δε θα μ’ εύρεις μέσα! Θα μ’ απόξου)
-Μπάι-μπάι. Χαβ α σίτι ντέι εντ φακ γιου βέρι ματς!  (Κειό δεν εκολ’πάρ’σες ακόμα; Έλα δα φύγε! Άει στο διάλο κάνε και κάνε!)

   Ελπίζουμε να πήρατε μια ιδέα και να βοηθήσαμε στη βελτίωση των επικοινωνιακών σας δεξιοτήτων.


Το σπίτι του Λευκάδιου Χέρν επί της λιμνοθάλασσας, πριν από μερικά χρόνια.
Στη θέση του αργότερα ανεγέρθηκε το ΤΑΟΛ.

Άρθρα

Ετικέτες

Αναγνώστες

Στατιστικά